αδύνατος - Πιθανόν από τον Άγιο Ονούφριο ο οποίος ήταν ερημίτης.
εκφράζει την αχορταγία. Έφαγε λιμόχορτο αυτός που δεν χορταίνει με τίποτα
κινούμαι απρόσεχτα - δημιουργώ ακαταστασία
χαρτί για μνημόσυνα στο οποίο αναγράφονται τα ονόματα των μνημονευόμενων
κουράζομαι,ξεθεώνομαι
Ε με κεις; Εξεπορντακιάστηκα να σου φωνάζω!!
εδώ και εκεί, χωρίς χαλινάρια
Γυρίζει πιο και ντι χαλινά.
κυριολεκτικά:μου δημιουργήθηκε χοντρό στρώμα δέρματος μεταφορικά: δε νιώθω στεναχώρια, σκληραγωγήθηκα
Με ούλλες ευτές τις στραβάρες, επαχοπέτσιασα πιο.
τα σχοινιά του σαμαριού - μτφ τα ασήματα τα δευτερεύοντα
αυτός που δίνει σάλτο , με συνεχόμενα πηδήματα σαν άλογο
σαρτά σαν τον πίταλλο
χαρακτηριστικός ήχος εκφοράς από γάιδαρο (αντίστοιχο: το γαύγισμα του σκύλου ή το χλιμίντρισμα του αλόγου )
ορυχείο με πηλό
δεν του καίγεται καρφί, δεν έχει καταλάβει, δεν έχει γνώση
ακίνητος
επήαμεν και ήρταμεν που την εκκλησιάν και εκείνος τουβί εν εκουνήθει που την καθέκλαν του
λυγίζουν τα γόνατα μου από το βάρος. Η λέξη χρησιμοποιείται και κυριολεκτικά και μεταφορικά για να δηλώσει υπερβολική κούραση
Επαραφόρτωσά τον τον γάδαρον και εκοντογονάκκιασε
ξεμπλέκω
ο προσποιούμενος τον πεθαμένο - ανάσκελα
σε ποδοσφαιρικό αγώνα: κάτσε κάτω Μίχο, κάμε α αναποθάνατο (κάμε καθυστέρηση )
το δέρμα της κεφαλής - τριχωτό κεφαλής
Επήε στο γιατρόν γιατί τρέτον το κεφαλόπετσόν του
αυτός που πληρώνεται με μισθό. Ο μισθωτός.
Όταν ήτον μικρός είχεν τον 10 χρόνια μισταρικό στες κατσίκες.
πλαστικό περίβλημα τετραδίου ή βιβλίου προκειμένου να προφυλαχθεί
δέσιμο των μπροστινών ποδιών του γαϊδάρου ώστε να κάνει μικρά βήματα
συνήθως χρησιμοποιείται για να περιγράψει το πέσιμο κάποιου. Από "χάμε ως χάμε" δηλαδή όχι πέσιμο από ψηλά αλλά από το έδαφος στο έδαφος.
θέλημα, εξυπηρέτηση
Έκαμε μου ένα χουσμέττι και μετά έβγκιαλέ μου το που τη μύτη μου.
ανακατεύομαι σε κάποια εργασία. Συνήθως χρησιμοποιείται με αρνητικό τρόπο.
το γρανάζι
δυνατό, μτφ μάγκικο
Κάμε μου έναν καφέ θεργκακιλίκικο
αυτός που έχει πάντα κακή διάθεση
λεκάνη
ο έξω φρενών, προφέρεται ως δύο λέξεις - τούρ τουμάνης
τι του είπες και εγίνη τούρ τουμάνης
πλ. ποδοσίμια, το προς επίδοσιν αντικείμενο δώρο, δέμα ή γράμμα
αυτός που δέρνει
τρελός , παλαβός
σκίζω , χαλάω , διαλύω κάτι
κουράζομαι,ξεθεώνομαι
αντικείμενο
πολλή φλυαρία, πολυλογία, μτφ επανέλαβα πολλές φορές το ίδιο πράγμα χωρίς αποτέλεσμα
βάζω λόγια σε κάποιον, του βάζω καρφιά να πάει να κάνει κάτι
θρυμμενο - μαδημενο- πεσμενο φύλλο
στενόμακρος σωρός από άχυρα και σιτάρι,τα οποίατο διαχώριζαν.Στο μπροστινό μέρος έπεφτε το σιτάρι,ενώ στο πίσω παρέσυρε ο αέρας (μπάτης) το άχυρο.
φρούτο το οποίο από το πολύ νερό ανοίγει και μοιάζει σαν ανοικτό στόμα π.χ σύκο , ρόδι χασκει και απο χασκανουρα λεγεται φασκανούρα
κτίσμα μέσα στον αμπαταρό,στο οποίο φυλαγόταν από τους Ιταλούς το σιτάρι
πλησιάζω -
χαστουκίζω ξαφνικά
ξεφεύγω από την ευθεία γραμμή
νονός
λεπτή ίνα ξύλου
τινάζομαι,τρομάζω
φακός,ηλεκτρικό
ά(γου)ρος
γαλοπούλα
καθυστέρηση . αεργία
άγρια λεβάντα,(το χρησιμοποιούσαν ως σαμπουάν)
το στραγγσμένο νερό γάλακτος κατά την τυροκομία
αργιλλόχωμα για το δώμα παραδοσιακού σπιτιού
βουλιάζω , πνίγομαι
κόχη κατά το σιδέρωμα ρούχου
δεν με εντυπωσιάζει,δεν μου προκάλει αίσθηση
αυτός που τρυπώνει παντού,ο άτακτος. μεταφ.ο δραστήριος
ομίχλη , καταχνιά
"πιάσε πατσούλι"
σε μοιρασιά " βάλε κλήρο"
"ξίζεις το"
αξίζεις - χρησιμοποιείται συνήθως με αρνητικό τρόπο
1. Θα γίνω δήμαρκος. Απάντηση: Ξίζεις το και θέλεις μου και δήμαρκος! - 2. Θέλω να πάρω αυτοκίνητο. Απάντηση: Ξίζουν το τα φράγκα σου και θέλεις και αυτοκίνητο.
"ήρτα τα μπρός πίσω"
ήρθα άπραγος χωρίς να κάνω τη δουλειά μου, ή ήρθα πίσω χωρίς να κάνω στάση κάπου αλλού
-επήες στον Αίθωνα; -επήα αλλά ήρτα τα μπρος πίσω γιατί ο ποτιστής έ μου γύρισε το δέμμα.
"κάμιω τούμπα στη δραχμή"
υπολογίζω το χρήμα,προσκυνάω το χρήμα,είμαι τσιγγούνης
"ευτός εν εξεχωρίζει το νεφρί που τη καβαλίνα"
έκφραση για κάποιον που είναι ανόητος
"αξανάστραφα της πίστης"
ανάποδα από το καθιερωμένο
"ξάντι των ξαντών"
από εδώ και από εκεί
Ούλλη την ημέρα γυρίζει τα ξάντι των ξαντών!
"κάμιει σαν πατός του"
συμπεριφέρεται αλαζονικά, σαν να μην υπάρχει άλλος στον κόσμο
δε(ς) τον εγόρασε καινούργκον αυτοκίνητο και κάμιει σαν πατός του!
"έκαμε σου η μάνα σου κουλούρι; έκαμε μου γκιο..ένα εμένα και ένα τω παιγκιώ"
τοπική λαϊκή ρίμα...
"ως φούμαι το καντούνι ,ε φούμαι τον χάρο που ννα μου πάρει την ψυχή μου"
έκφραση που χρησιμοποιούσαν οι αγγειοπλάστες,από φόβο μη σπάσουν τα αγγεία τους στις στενές γωνίες των δρόμων κατά τη μεταφορά τους
"τούρτου μάνης"
πολύ νευριασμένος
Έγινε τούρτου μάνης
"για ώρα της ώρας"
στα καλά καθούμενα
"εχάφτηκα τη ψυχή μου"
κατάπια τη ψυχή μου, μετφ. πόνεσα υπερβολικά
έδωκε μου μια και χάφτηκα τη ψυχή μου
"άρατα πίλατα"
"άρατε πύλας" = "ανοίξτε τις πόρτες"
"επήε άρατα πίλατα" δηλαδή καταστράφηκε(όπως ένα σπίτι ριμαγμένο χωρίς πόρτες)
"τρεις τριάντα (ενενήντα)"
νικώ κατά κράτος, επηρρεάζω ολοκληρωτικά
θα σε κάμω τρεις τριάντα ενενήντα στο τάβλι
"του μιάλου καλακιού ο κώλος"
ειρωνικά για κάποιον που το παίζει κάποιος
Χάτε και εν ήσου του μιάλου καλακιού ο κώλος!
"ήρταν τα δίολα κούππα"
ήρθαν τα πάνω κάτω
"δεν δίνει του αγγέλου του νερό"
ο πολύ τσιγγούνης
Είναι χουβαρντάς ο Καντής. Απάντηση: Χουβαρντάς ; Ευτός έν δίνει του αγγέλου του νερό.
"στες οργκές του Θιώ"
κατάρα ,να συναντήσεις την οργή του Θεού
Χα στες οργκές του Θιώ!
"βάλλω-κάμιω ευλογητό"
μεταφ.ξεκινώ